

Η σβούρα, το κλασσικό παιχνίδι που συντρόφευέ την παιδική μας ηλικία, δεν θύμιζε καθόλου τις σημερινές πλαστικές σβούρες. Η σβούρα, το αεικίνητο παιχνίδι που ξεκινά με τη βοήθεια του αντίχειρα και του δείκτη. Έπειτα, γυρίζει γύρω από τον εαυτό της, για ανάλογο διάστημα με αυτό της δύναμης που της ασκήθηκε.
Τα παλιότερα χρόνια, οι ξύλινες σβούρες ήταν λεπτοδουλεμένες και τα παιδιά πρόσθεταν τις δικές τους εικαστικές πινελιές, ζωγραφίζοντας τες. Έτσι, σε κάθε στριφογύρισμα, τα χρώματα της σβούρας έδιναν την ψευδαίσθηση στο παιδί ότι αλλάζουν και μπερδεύονται μεταξύ τους. Η ξύλινη, απλή κατασκευή της προσέφερε αντοχή στα χτυπήματα και ατελείωτες ώρες παιχνιδιού. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξε μία εποχή που δεν υφίσταται αφθονία στα παιχνίδια. Τότε, η σβούρα– τσέπης αποτελούσε σημαντικό απόκτημα και προσέφερε ιδιαίτερη χαρά σε κάθε παιδί.
Λίγα λόγια για το παιχνίδι της σβούρας
Το παιδί ξεκινούσε να τυλίγει με σπάγκο τη σβούρα, από το κάτω μέρος της σβούρας, εκεί που υπήρχε σφηνωμένο το μισό ενός καρφιού και συνέχιζε να τυλίγει τη σβούρα μέχρι τη γραμμή της. Έτσι, ο παίκτης θα πετύχαινε τη μεγαλύτερη απόδοση της η σβούρα. Έπειτα, ο υπόλοιπος σπάγκος τυλίγονταν στον αντίχειρα και μετά στο δείκτη. Με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνονταν η δυνατή έναρξης και κανονιζόταν με ιδιαίτερη τέχνη η ακριβή απόσταση που ήθελε να τη στείλει. Στο ξετύλιγμα του σπάγκου, η σβούρα άρχιζε να παίρνει πολλές στροφές και συνέχιζε για αρκετή ώρα σε πεζοδρόμιο ή χώμα. Αρκετά παιδιά άγγιζαν τη σβούρα από κάτω και την ωθούσαν στο να συνεχίσει να παίρνει στροφές για αρκετή ώρα.
Οι σβούρες γνώρισαν ιδιαίτερη επιτυχία τις δεκαετίες του 50 και 60. Τις επόμενες δεκαετίες, άρχισαν σιγά σιγά να δημιουργούνται νέα παιχνίδια και έτσι, άρχισε να υποχωρεί σταδιακά από τις προτιμήσεις των μικρών παιδιών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το παιχνίδι της σβούρας ήταν ιδιαίτερα γνωστό και στην αρχαιότητα, ως «στρόβος» και χρειαζόταν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία, εμπειρία και εξάσκηση.